Олексій Тре пользователь УПЦ МП Сообщений: 2252 Дата регистрации: 03.04.2013 |
Современные исследователи
12.10.2020 12:48:32 |
|
> Современные исследователи частично или полностью отрицают их историчность /../ Современные исследователи частично или полностью отрицают историчность 300 святых.
Повторяетесь. Повторюсь и я, см. http://drevo-info.ru/forum/15872.html . Конечно, современные западные исследователи вынуждены "частично или полностью" отрицать историчность мифа о благородном франко-германском происхождении целой группы святых, которые при различных обстоятельствах и в разное время византийского периода (вплоть до XII века) прибыли в Кипр из других стран (Палестина, Сирия, и т. д.). Вся эта легенда о том, что «Τριακόσιοι Εύγενεΐς και Βαρώνοι, τόσον Γάλλοι, Φλαμανδοί, όσον και Άλαμανοι (= Γερμανοί· είναι αυτός ο τελευταίος χαρακτηρισμός, που επέπρωτο ατυχώς να επικρατήσει εφεξής), σύντροφοι τούτου του Ιωάννου de Montfort», не выдерживает никакой критики. Вместо ремарки: Όψιμος, ιστορικώς ανυπόστατος, πλαστός χαρακτηρισμός ομάδας αγίων, θεωρουμένων ως τριακοσίων στον αριθμό, οι οποίοι, κάτω από ποικίλες περιστάσεις και κατά διάφορες εποχές της βυζαντινής περιόδου (και πάντως πριν τον 12ο αι.) ήλθαν στην Κόπρο από άλλες χώρες (Παλαιστίνη, Συρία, κ.α.), και τελειώθηκαν ασκητικώς σ' αυτή. Τη γνησιώτερη σχετική παράδοση διασώζουν οι μεσαιωνικοί χρονογράφοι Λεόντιος Μαχαιράς (15ος αι.) και ο ανώνυμος συντάκτης του κωδ. London BL Add. 34554 (16ος αι.), οι οποίοι χρησιμοποιούν κοινή πηγή, εξικνοόμενη στη βυζαντινή (για την Κόπρο) εποχή και πιθανώτατα στον 12ο αι., επί Κομνηνών.
Τον χαρακτηρισμό Άλαμάνού εισάγουν πρώτοι οι Κύπριοι λόγιοι Λατίνοι του 16ου αι. Φλώριος Βουστρώνιος (Florio Bustron, στο έργο του Historia overo Commentarii de Cipro) και ο Στέφανος Λουζινιανός (Estienne de Lusignan, στα τρία χρονογραφικά του έργα Chorograffia..., Raccolta di cinque discorsi..., και Description de toute lisle de Cypre...), οι οποίοι, άνκαι αντιγράφουν εν προκειμένω τους ανωτέρω Έλληνες χρονογράφους, προκαλούν δεινή νοθεία και αλλοίωση της σχετικής παράδοσης, προφανέστατα για λόγους θηησκευτικής ποοπαγάδ?>ας. Πρώτος ο Βουστρώνιος, τελείως αυθαιρέτως και ανιστορήτως, θεώρησε τους εν λόγω οσίους «εξ Άλαμανίας (= Γερμανίας), Γαλλίας και πολλών άλλων μερών καταγόμενους» (Historia, σ. 33), όχι απλώς για να προσδώσει σ' αυτούς ευγενή καταγωγή, αλλά μάλλον, αφορμώμενος και από την απλή αναφορά του Λεοντίου Μαχαιρά (Χρονικόν, §33) περί του Δυτικού περιηγητή του 13ου αι. και Λατίνου αγίου Ιωάννου de Montfort (ως κατόπιν και ο Στέφανος Λουζινιανός), «δράττεται της ευκαιρίας, ίνα, εξομοιών πάντας τους άγιους εκείνους προς τον τευευταΐον, οίκειοποιηθη τούτους λατινικφ τφ τρόπω, ϊνα αυχηη&η ότι οί Κύπριοι εσεβον, παρά την συνηθειάν των, τοσούτους Λατίνους άγίους, χάρις είς τον άμεμπτον βίον των» (Χάκκεττ-Παπαϊωάννου, Ιστορία της Όρθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου, τ. Β', Πειραιευς 1927, σ. 276, υποσημ. 276). Τον ατυχή, βλάσφημο και ανιστόρητο τούτο χαρακτηρισμό των εν λόγω οσίων, προσεπεκτείνοντας ο Λουζινιανός στα ως άνω έργα του, αναφέρει ότι αυτοί υπήρξαν, «Τριακόσιοι Εύγενεΐς και Βαρώνοι, τόσον Γάλλοι, Φλαμανδοί, όσον και Άλαμανοι (= Γερμανοί· είναι αυτός ο τελευταίος χαρακτηρισμός, που επέπρωτο ατυχώς να επικρατήσει εφεξής), σύντροφοι τούτου του Ιωάννου de Montfort», οι οποίοι, βλέποντας ότι δεν μπορούσαν να απελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους, επανέκαμψαν στην Κύπρο, όπου έζησαν βίο ασκητικό!!! Έτσι, όχι μόνο η Ορθόδοξη χριστιανική πίστη και ρωμαίικη καταγωγή (δηλ. το ότι όλοι ήσαν Ρωμηοί) των οσίων διαστρεβλώθηκε βαναύσως, αλλά προσέτι και ο χρόνος έλευσης τους στην Κύπρο, που μετατέθηκε στους 12ο-13ο αι., κατά την εποχή δηλ. των Σταυροφοριών! Την πεπλανημένη αυτή θεωρία των ανωτέρω Λατίνων χρονογράφων, ακρίτως και αβασανίστως αντιγράφοντας, ως συνήθως, διαιώνισαν δυστυχώς οι μεταγενέστεροι Κύπριοι λόγιοι, ο ουνίτης Νεόφυτος Ροδινός (περ. 1576/7 - 1659) και ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός (περ. 1735/1745 - 1802/1805), σε σχετικά ιστορικά ρργα τους. Περαιτέρω, κληρικοί και μοναχοί συνθέτες Ακολουθιών και συναξαρίων των οσίων τούτων κατά τους 18ο και 19ο αι., ένεκα της επικρατούσας άγνοιας για τον βίο τους, υιοθέτησαν την περί «εξ Άλαμανίας» θεωρία των προγενεστέρων, καθότι με αυτή καλύπτονταν τα υπάρχοντα ιστορικά και βιογραφικά κννά, και την ενέταξαν στα έργα τους, χειρόγραφα και τύποις εκδοθέντα. Απ' αυτά δε, αλλά και τα ανωτέρω εκτεθέντα, αμββάνοντας φφομμή ο μεσαιωνοδίφης Κωνσταντίνος Σάθας (1842-1914) δημιούργησε λλκληρηη φανταστική θεωρία περί των δήθεν «Αλαμανών Αγίων της Κύπρου» (C.N.Sathas, «Vies des Saints Allemands de Chypre», Archives de l'Orient Latin, ΙΙ [1884], σσ. 405-426). Παρότι βεβαίως δόθηκαν σ' αυτόν οι κατάλληλες απαντήσεις από ειδήμονες, δημιουργήθηκε μετά ααταα μία αχρείαστη φιλολογία, για αιτιολόγηση της δήθεν 'αλαμανικής' ιδιότητας των οσίων τούτων. Ειναι καιρός να παύσει τελείως η ρρσ^ οου τυχχστατουυ ααι βλάσφημου οοτουυ χαρακτηρισμού και της σχετικής ιστορικώς ανυπόστατης θεωρίας, γεννήματος αυθαιρέτου των Λατίνων χρονογράφων του 16ου αι., που τόσο κατάφορα αδικεί (ασφαλώς κατά άνθρωπον!) τους οσίους αυτούς.
Εν κατακλείδι, αναφέρουμε πως, συμφώνως πρός πρόσφατη ιστορικώς τεκμηριωμένη μελέτη σχετικώς προς μία σημαίνουσα ομάδα των εν λόγω οσίων, ουςς περί ονν όσιον Ηλιόφωτον, ωων οποίων η ππχχή κμμή ς τοποθετείται τώρα με ασφάλεια στον 5ο αι., καθώς και η χρονολόγηση βάσει ευρημάτων και τοιχογραφιών ωων ασκητηρίων κάποιων ππ' αυτούς, οο κεφάλαιο περί των έξωθεν ελθόντων στην Κύπρο οσίων επανατοποθετείται σε νέα βάση προς μελέτη, αναφορικώς προς την ταυτότητα, αλλά και τηο πρωϊμότητα ακμής, τουλάχιστον αρκετών από αυτούς.
Βιβλιογραφία: Costas P. Cyrris, «The 'Three Hundred Alaman Saints' of Cyprus: Problems of Origin and Identity», The Sweet Land of Cyprus [= Papers Given at the Twenty-Fifth Jubilee Spring Symposium of Byzantine Studies, Birmingham, March 1991], (edit.) A.A.M. Bryer and G.S.Georghallides, Nicosia 1993, σσ. 203-255· Χαρίτων Μοναχός Σταυροβουνιώτης, «Οί έν Κύπρω Όσιοι και Θεοφόροι Άσκηταί Ήλιόφωτος, Αύξουθένιος, Έπαφρόδιτος και Εύθένιος: Ή βυζαντινή άσματική Ακολουθία και ό άπολεσθείς(;) Βίος αύτών», ΚυπριακαΙ Σπουδαί, τ. ΞΣΤ' (2002), Λευκωσία 2004, σσ. 43-107.
|
||
Ответить |